Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μπιτόνι με ορυκτέλαιο. Το αγόρασε ένας ψαράς. Το πήγε στη βάρκα του για συντήρηση της μηχανής. Το μπιτόνι άδειασε. Ο ψαράς το έπλυνε προσεκτικά και καθαρό πια το χρησιμοποίησε για αρκετό καιρό ώστε να μεταφέρει πετρέλαιο στη βάρκα του. Το πρώτο βήμα της επαναχρησιμοποίησης έγινε ήδη ακριβώς μετά την πρώτη χρήση. Κάποια στιγμή όμως τον βόλεψε σαν μέγεθος ένα άλλο δοχείο. Έτσι ο ψαράς πήρε το παλιό και μαζί με άλλο ένα μπιτόνι αδειανό τα έδεσε μεταξύ τους, κι έφτιαξε μια ωραία και στιβαρή σημαδούρα. Δέυτερο στάδιο επαναχρησιμοποίησης. Όμως η θάλασσα κι η αλμύρα χάλασαν τη σημαδούρα μετά από καιρό. Ο ψαράς δεν το αντιλήφθηκε εγκαίρως δυστυχώς κι η αυτοσχέδια σημαδούρα παρασύρθηκε κι άρχισε να βολοδέρνει στα κύματα. Μετά από ένα ταξίδι μερικών μιλίων κατέληξε σε μια ακτή…
Η ιστορία μέχρι τώρα θα μπορούσε να είναι αληθινή. Εύχομαι βασικά να είναι αληθινή. Γιατί δε μπορώ να φανταστώ ότι όλα αυτά τα μπιτόνια που βρίσκω στις παραλίες έχουν πεταχτεί επίτηδες. Στην αρχή τα μάζευα για να τα πετάξω ώστε να καθαρίζεται η ακτή από τα ογκώδη τουλάχιστον απορρίματα…
Μια μέρα όμως… τα είδα με άλλο μάτι, τα είδα αλλιώς, τα φαντάστηκα όχι μόνο ως αντικείμενα χρήσιμα αλλά και όμορφα… Από τότε άρχισα να τα μαζεύω…
Τα μπιτόνια λοιπόν είναι ένας υπέροχος καμβάς. Αν καταφέρουμε και αποβάλλουμε από το μυαλό μας την αποστροφή απέναντι στο άχαρο αυτό υλικό που το λένε πλαστικό (πλαστικούρα για κάποιους), μπορούμε να κάνουμε πολύ όμορφα πράγματα.
Εγώ επέλεξα να τα κάνω φωτιστικά. Επιστράτευσα καταρχάς γνώσεις ξυλουργικές ώστε να φτιάξω την ξύλινη βάση που ενσωμάτωσα στα μπιτόνια από τον πάτο τους. Κι εκεί χρησιμοποίησα ντάκους από χαλασμένες παλέτες και πηχάκια – ρετάλια που μου τα δίνει ένας ξυλουργός. Κατόπιν έβαλα μπροστά τις ηλεκτρολογικές μου γνώσεις για να στερεώσω τα ντουί και να τα συνδέσω με καλώδια και πρίζες. Το άχαρο κομμάτι της δουλειάς είχε γίνει. Το δημιουργικό – καλλιτεχνικό κομμάτι επέλεξα να είναι κι αυτό απλό κι εύκολο. Στένσιλ, χρώμα κιμωλίας, μαρκαδόροι ανεξίτηλοι, εύκολες ζωγραφιές…
Τα μπιτόνια τελείωσαν. Τώρα περίμενα εναγωνίως να τα δω νύχτα. Χτες το βράδυ τα δοκίμασα ένα ένα στο εργαστήρι μου. Ήταν σα γιορτή, σαν αποκαλύπτήρια! Ανάλογα το χρώμα και το πάχος του μπιτονιού το μικρό δωματιάκι στο πέτρινο εργαστήρι άλλαζε όψη!
Φωτεινό και χαρούμενο με τον Μικρό Πρίγκηπα να μιλά στο τριαντάφυλλο του. Πρασίνισε ο τόπος με το σπιτάκι κοντά στη λίμνη… Φωτεινό και το ιστιοφόρο μας, η Ιούσα…
Το ζευγάρι που χορεύει σχεδόν σε ξεσηκώνει! Το ρολόι γλυκαίνει την ατμόσφαιρα. Το τικ τακ μέσα από το δοχείο βγάζει έναν μαγικό υπόκωφο ρυθμικό ήχο. Μπορούσα να κάθομαι να χαζεύω τους δείκτες και να ακούω το τικ τακ για ώρες μέσα σε εκείνο το γλυκό φως.
Όμως είχα κι άλλο ένα που περίμενε τα δικά του αποκαλυπτήρια… Τις ντίβες μου! Έβαλα το φωτιστικό πάνω στο κούτσουρο που είχα για βάση, ετοιμάστηκα και το άναψα! Μαγεία! Από τη μία η Μέριλιν με κοίταζε με το μπλαζέ της ύφος κι από την άλλη η Όντρεϊ με προσκαλούσε στη γιορτή. Έβαλα ένα ποτήρι κρασί. Κάθισα και το ήπια χαζεύοντας τες μέσα σε εκείνο το βαθύ πορτοκαλί φως. Οι τρεις μας… Ωραίο βράδυ ήταν!…